Η σημασία του αυτοελέγχου στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη
 
Ο Σακχαρώδης Διαβήτης είναι μια χρόνια, μεταβολική διαταραχή και χαρακτηρίζεται από αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα. Αποτελεί δε, μια από τις σοβαρότερες παθήσεις της εποχής μας, που ευθύνεται για πρώιμη νοσηρότητα και θνητότητα, διότι προκαλεί μακροχρόνιες επιπλοκές στα μεγάλα και τα μικρά αγγεία του οργανισμού.
Ο διαβήτης αποτελεί ασθένεια που συνοδεύει το άτομο σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Η ευγλυκαιμία, η διατήρηση δηλαδή της φυσιολογικής γλυκόζης στο αίμα, αποτελεί βασικό στόχο του διαβητικού ασθενούς η οποία επιτυγχάνεται με τη σωστή διατροφή, την άσκηση και την κατάλληλη αντιδιαβητική θεραπεία, η οποία περιλαμβάνει τα αντιδιαβητικά δισκία και την ινσουλίνη.
Οι καθιερωμένες εξετάσεις αίματος που κάνει ο διαβητικός ασθενής στο μικροβιολογικό εργαστήριο, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, είναι η μέτρηση γλυκόζης νηστείας καθώς και η HbA1c (γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη), εξέταση που δείχνει κατά μέσο όρο πόσο σάκχαρο έχει το τελευταίο τρίμηνο.
Αυτές οι εξετάσεις μαζί με τον προσδιορισμό του σακχάρου αίματος από τον ίδιο τον ασθενή, τον λεγόμενο αυτοέλεγχο, αποτελούν τις απαραίτητες εξετάσεις για την επίτευξη ικανοποιητικής γλυκαιμικής ρύθμισης.

Ο αυτοέλεγχος του σακχάρου γίνεται με μικρές φορητές συσκευές στο μέγεθος περίπου ενός κινητού τηλεφώνου, τα γνωστά σακχαρόμετρα. Τοποθετείται στο σακχαρόμετρο μια ειδική ταινία μέτρησης (test strip) και αφού ο ασθενής τρυπήσει το ακροδάκτυλο του με μια μικρή βελόνα, βάζει μικρή ποσότητα αίματος στο άκρο της ταινίας και σε λίγα δευτερόλεπτα έχει την τιμή του σακχάρου του, δηλαδή της γλυκόζης τη στιγμή εκείνη.
Η δημιουργία των σακχαρομέτρων ήταν μια μεγάλη βοήθεια για τη σωστή παρακολούθηση του σακχάρου αίματος, μια μεγάλη ανακάλυψη για τους διαβητικούς ασθενείς που μέχρι τότε χρησιμοποιούσαν ταινίες μέτρησης σακχάρου ούρων, μέθοδος μη ακριβής η οποία παρείχε χονδροειδή εκτίμηση του σακχάρου.
Ωστόσο, πρέπει να έχουμε υπ' όψιν μας ότι οι μετρήσεις με τα σακχαρόμετρα είναι περίπου 15% πιο χαμηλές από αυτές του εργαστηρίου.
Η σωστή μέτρηση του σακχάρου γίνεται ως εξής: Καθαρίζουμε το δάκτυλο που πρόκειται να τρυπήσουμε με λίγο καθαρό οινόπνευμα σε βαμβάκι και το αφήνουμε να στεγνώσει για λίγα δευτερόλεπτα. Τρυπάμε το δάκτυλο, πιέζουμε να βγει αίμα, αφήνουμε να πέσει η πρώτη σταγόνα και χρησιμοποιούμε τη δεύτερη.
Πριν τρυπήσουμε το δάκτυλο καλό θα ήταν να του κάνουμε λίγες μαλάξεις για να συγκεντρωθεί το αίμα αλλά και να το θερμάνουμε σε περίπτωση που τα χέρια μας είναι κρύα. Μ' αυτόν τον τρόπο η ένδειξη του σακχαρομέτρου θα είναι περισσότερο ακριβής.
Τέλος, πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι ταινίες μέτρησης έχουν ημερομηνία λήξης και αυτό θα πρέπει να το ελέγχουμε σε περίπτωση που δεν κάνουμε συχνή χρήση του σακχαρομέτρου.
Η αυτομέτρηση του σακχάρου αίματος πρέπει να γίνεται στις εξής περιπτώσεις:
 
1. Στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη που λαμβάνουν αντιδιαβητικά δισκία. Αυτοί οι άρρωστοι πρέπει να μετρούν το σάκχαρό τους το πρωί νηστικοί και δύο ώρες μετά το γεύμα ή το δείπνο τους. Δύο με τρείς μετρήσεις την εβδομάδα είναι αρκετές για να έχει μια εικόνα του σακχάρου του τόσο ο ίδιος όσο και ο γιατρός του.
2. Στους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη που χρησιμοποιούν ινσουλίνη υποδορίως ή με αντλία. Αυτοί πρέπει να μετρούν το σάκχαρο νηστείας (πρωί), πριν (προγευματικό) και δύο ώρες μετά τα γεύματα (μεταγευματικό), καθημερινά, ανάλογα με το σχήμα που ακολουθούν (συμβατικό ή εντατικοποιημένο) και ανάλογα με την πορεία της νόσου και τις οδηγίες του διαβητολόγου τους.
3. Στις έγκυες με σακχαρώδη διαβήτη κύησης. Σ?αυτές τις περιπτώσεις ισχύουν άλλα σχήματα αυτοελέγχου και διαφορετικοί στόχοι σακχάρου.
4. Στους διαβητικούς ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία και αισθανθούν συμπτώματα υπογλυκαιμίας (ζάλη, τάση λιποθυμίας, τρόμο, αίσθημα παλμών, εφίδρωση, αδυναμία, αίσθημα έντονης πείνας, αδυναμία συγκέντρωσης ).
5. Τέλος, στους διαβητικούς ασθενείς που έχουν πυρετό, λοίμωξη, φλεγμονή, ή παίρνουν κορτιζόνη. Αυτοί πρέπει να κάνουν συχνότερες μετρήσεις, διότι αυτές οι καταστάσεις αποδιοργανώνουν το σάκχαρο.
 
Ο αυτοέλεγχος του σακχάρου γίνεται με σκοπό να γνωρίζει ο άρρωστος τις τιμές γλυκόζης αίματος κατά τη διάρκεια της ημέρας και να φροντίσει με τη θεραπεία που λαμβάνει, τις διαιτητικές οδηγίες και την άσκηση να κάνει τις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις, ώστε να διατηρήσει το σάκχαρό του σε όσο το δυνατό πιο φυσιολογικά επίπεδα.
Οι τιμές που επιδιώκουμε για να είναι ρυθμισμένος ο ασθενής: 
- Το σάκχαρο νηστείας θα πρέπει να είναι 90-130mg%.
-Δύο ώρες μετά το γεύμα θα πρέπει να είναι <140mg%.
 
Αν ο διαβητικός πετύχει αυτές τις τιμές, τότε η Γλυκοζυλιωμένη Αιμοσφαιρίνη (HbA1c), σίγουρα θα κυμαίνεται σε επίπεδα μικρότερα του 6,5% που σημαίνει πολύ καλή ρύθμιση.
Συνοψίζοντας, πρέπει να τονίσουμε ότι ο αυτοέλεγχος του σακχάρου αίματος είναι απαραίτητος για την καλή παρακολούθηση της νόσου, για τυχόν μετατροπές και παρεμβάσεις στη θεραπευτική αγωγή και για την επίτευξη καλών τιμών γλυκόζης που θα έχουν σαν τελικό αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση των επιπλοκών που προκαλεί ο σακχαρώδης διαβήτης.
 

Ευαγγελία Β. Κακαβά
Ειδικός Παθολόγος